Diskussion:Chrysi

aus Wikipedia, der freien Enzyklopädie
Zur Navigation springen Zur Suche springen

Lybisches Meer oder Levantinisches Meer?[Quelltext bearbeiten]

https://de.wikipedia.org/wiki/Levantisches_Meer https://de.wikipedia.org/wiki/Libysches_Meer Für mich liest sich das eher so, dass Chrysi im Levantinischen Meer liegt, oder? --178.128.118.194 04:20, 3. Jun. 2012 (CEST)[Beantworten]

Nach meinen Informationen sind die auf Kreta "Kedros" (κέδρος)genannten Bäume keine Zedern sondern eine Wachholder-Art (Zedern-Wacholder (Juniperus oxycedrus subsp. macrocarpa)) ebenso wie auch auf Gavdos, einer "Nachbarinsel" von Chrysi). Die westlichste natürliche Zederpopulation ist auf Zypern. Q: Rackham & Moody, Lit.hinweis siehe Kreta. Daher habe ich den Edit einer IP vorerst bis zu Klärung auskommentiert. Ausserdem möchte ich aus Anschauung bezweifeln, dass das Vorkommen auf Chrysi größer ist als das auf Gavdos. Gruss, Frente 23:26, 9. Mär. 2009 (CET)[Beantworten]

Hallo Frente, [1] gibts mehr zur Flora und Fauna auf Chrysi. Hab in den Artikel mal das Natura 2000 Gebiet eingebaut.--waldviertler 13:14, 13. Mär. 2009 (CET)[Beantworten]
Bravo, lassen wir die "Zedern" im Libanon und auf Zypern ;) -- Frente 22:24, 13. Mär. 2009 (CET)[Beantworten]

Nachdem der Linl nicht mehr funktioniert, hier der Text: ΒΛΑΣΤΗΣΗ & ΠΑΝΙΔΑ

Το Νησί

Η βλάστηση παρουσιάζει ποικιλία σε σχέση με το μέγεθος του νησιού. Σε γενικές γραμμές υπάρχουν πέντε διαφορετικοί τύποι βλάστησης:

  • δάσος κέδρων (Juniperus macrocarpa)
  • μικτό δάσος κέδρων και θαμνοκυπάρισσων
  • δάσος θαμνοκυπάρισσων (Juniperus phoenicea)
  • αραιοί θαμνότοποι (φρύγανα) και
  • αμμόφιλη παραλιακή βλάστηση.

Η εξάπλωση του κέδρου στην Ελλάδα είναι περιορισμένη. Απαντά σε μερικά νησιά του νότιου Αιγαίου, αλλά σπάνια n έκταση και η δομή του δάσους είναι όπως στη Χρυσή και στη Γαύδο. Το κεδροδάσος της Χρυσής έχει έκταση περίπου 350 στρέμματα, όσο σχεδόν και οι αμμοθίνες του κεντρικού-ανατολικού τμήματος του νησιου. Περιλαμβάνει αιωνόβια δέντρα που έχουν ύψος μέχρι και 10 m και αραιή χαμηλή, αμμόφιλη βλάστηση (αγρωστώδη, Euphorbia paralias, Silene ammophila, Matthiola tricuspidata, Limoniastrum monopetalum, Zygophylium album, κ.α.) Σε γενικές γραμμές δεν υπάρχουν θάμνοι μέσα στο κεδροδάσος, εκτός από κάποια σημεία στις παρυφές του δάσους, όπου υπάρχουν σχίνοι (Pistacia lentiscus) και ρείκια (Erica manipulif1ora).

Η πυκνότητα των κέδρων στο δάσος είναι 14 δέντρα ανά στρέμμα και έχουν μέση ηλικία 200 χρόνια ! Τα περισσότερα δέντρα έχουν ύφος 3 έως 7 m. Υπάρχει ωστόσο ένα σημαντικό ποσoστό δέντρων 11 που φτάνουν τα 8 ή και τα 10m. Η μέση ηλικία αυτών των κέδρων είναι τουλάχιστον, 300 χρόνια και η διάμετρος του κεντρικού κορμού τους φτάνει το 1 m. Οι κέδροι έχουν ριζικό σύστημα που αναπτύσσεται σε ακτίνα τουλάχιστον διπλάσια από το ύψος τους! Εκτός από τις μεγάλες ρίζες ,μια τεραστια ποσοτητα πολύ λεπτών ριζών διαμορφώνουν ένα πυκνό πλέγμα που συγκρατεί την άμμο. Το φύλλωμα των κέδρων είναι πυκνό και φθάνει μέχρι το έδαφος. 'Ετσι, παίζει και αυτό ρόλο στη συγκράτηση της άμμου, αλλά και των φύλλων που έχουν πέσει και που με την αποικοδόμησή τους θα λιπάνουν το φυτό. Μια άλλη εντυπωσιακή προσαρμογή των κέδρων είναι ότι εκκρίνουν υγροσκοπικά άλατα. Αυτά με τη σειρά τους συγκεντρώνουν κατά τις νυχτερινές ώρες την υγρασία της ατμόσφαιρας και με αυτό τον τρόπο οι κέδροι παίρνουν το νερό που χρειάζονται.

Στη βορειοδυτική πλευρά και στο ανατολικότερο σημείο τού νησιού υπάρχει μικτό δάσος κέδρων και θαμνοκυπάρισσων σε αμμώδες συμπαγές υπόστρωμα. Στο μεγαλύτερο μέρος της δυτικής και στην άκρη της ανατολικής πλευράς τού νησιού, σε πετρώδες έδαφος, υπάρχει δάσος με κυρίαρχο είδος το θαμνοκυπάρισσο,που περιέχει επίσης αρκετά είδη θαμνωδών φυτών. Η έκταση που καλύπτει είναι περίπου το 50% του νησιού. Στα ανατολικά και δυτικά άκρα του νησιού υπάρχουν αραιοί θαμνότοποι με κυρίαρχα είδη, το θυμάρι (Corydothymus capitatus), το ρείκι (Erica manipuliflora) και τις λαδανιές (Cistus creticus και C. parviflorus). Ανάμεσά τους υπάρχουν βολβώδη φυτά όπως η σκυλοκρεμμύδα (Urginea maritima). Στις αμμώδεις παραλίες υπάρχουν αμμόφιλα είδη φυτών όπως το μονοπέταλο λιμονίαστρο (Limoniastrum monopetalum), οι σιληνές (Silene succulenta και S. ammophila ammophila), η παραθαλάσσια γαλατσίδα (Euphorbia paralias) και ο θαλασσόκρινος (Pancratium maritimum). Ο αριθμός των φυτικών ειδών τής Χρυσής είναι αρκετά μεγάλος σε σχέση με την έκτασή της και αντιστοιχεί στο 1/20 της κρητικής χλωρίδας. Μέχρι σήμερα έχουν καταγραφεί σχεδόν 100 είδη φυτών, τα περισσότερα από τα οποία έχουν μεσογειακή ή και νοτιοευρωπαϊκή εξάπλωση. Υπάρχουν 13 είδη που είναι ενδημικά της Ελλάδας, εκ των οποίων τα 5 είναι ενδημικά της Κρήτης και 1 ενδημικό της Χρυσής και του Κουφονησιού. Αρκετά είδη είναι σπάνια και απειλούμενα και προστατεύονται με διεθνείς συμβάσεις και νόμους. Τα είδη που αμέσως γίνονται αντιληπτά στον επισκέπτη είναι αυτά που διαμορφώνουν και τη φυσιογνωμια της βλάστησης της Χρυσής.Κυριαρχούν ο κέδρος, το θαμνοκυπάρισσο και ο σχίνος, τα οποία υπάρχουν τόσο σε θαμνώδη όσο και σε δενδρώδη μορφή. Στο στενότερο τμήμα του νησιού, μέσα στο κεδροδάσος, υπάρχει μια συστάδα λίγων πεύκων (Pinus brutia). Στις περιοχές με Χαμηλή θαμνώδη βλάστηση τα πιο κοινά είδη είναι το θυμάρι, το ρείκι και οι λαδανιές. Στις παραλίες υπάρχουν είδη ανθεκτικά στις συνθήκες υψηλής αλατότητας, όπως η σιληνή, το μονοπέταλο λιμονίαστρο, η παραθαλάσσια γαλατσίδα , και άλλα. Ο θαλασσόκρινος (Pancratium maritimum) δημιουργεί συστάδες σε όλες τις παραλίες του νησιού. Το είδος αυτό είναι σχετικά κοινό στις ακτές της νότιας , Ευρωπης, με σημαντικη όμως πτωτική τάση του πλήθους τους, λόγω της έντονης ανθρώπινης δραστηριότητας στις αμμουδlές κατά τα τελευταία 20 χρόνια.

Από τα είδη με περιορισμένη γεωγραφική εξάπλωση το πιο σημαντικό είναι ένα είδος κολχικού (Colchicum cousturierj), είδος που απ' ολόκληρο τον κόσμο υπάρχει μόνο στη Χρυσή και το γειτονικό Κουφονήσι. Από την εποχή της περιγραφής του, το 1967, δεν έχει αναφερθεί από άλλο μέρος και έτσι η ύπαρξη και διαιώνιση του είδους συνδέεται με τη γενικότερη κατάσταση των οικοσυστημάτων στα δύο αυτά νησιά. ' Αλλα ενδημικά είδη φυτών της Κρήτης με σημαντικούς πληθυσμόύς στη Χρυσή είναι η αμμόφιλη σιληνή, η κρητική μαρουλίτσα (Crepis cretica) και η αλκάνα (Alkanna sieberj)

Στη θαλάσσια περιοχή γύρω από τη Χρυσή η ποικιλία και οι πληθυσμοί των θαλάσσιων ειδών αυξάνουν κατακόρυφα, γιατί το νερό είναι ρηχό. Μέχρι τα 20 m βάθος, ο βυθός καταλαμβάνει έκταση σχεδόν 30 km2 (περίπου εξαπλάσια της επιφάνειας της Χρυσής)! Τα περισσότερα είδη Ζώων του νησιού έχουν μεσογειακή εξάπλωση, ενώ μέχρι σήμερα δεν έχουν αναφερθεί ενδημικά είδη της Χρυσής. Κανένα είδος δεν είναι επικίνδυνο για τον άνθρωπο. Το 25 % των ασπόνδυλων ειδων της Χρυσης ειναι ενδημικά τής Κρήτης. Η πανίδα σε γενικές γραμμές δεν είναι διαφοροποιημένη. Είναι ελάχιστες δηλαδή οι μορφές που ενδημούν στο νησί. Αυτό συμβαίνει διότι μόλις πριν λίγες δεκάδες χιλιάδες χρόνια η Χρυσή ήταν τμήμα του βυθού της θάλασσας και επομένως τα είδη που εποίκισαν αργότερα το νησί δεν είχαν αρκετό χρόνο για να διαφοροποιηθούν. Αντίθετα, σε μεγαλύτερα νησιά όπως η Γαύδος, αρκετά ενδημικά είδη της Κρήτης έχουν δημιουργήσει υποείδη, όπως για παράδειγμα τα κολεόπτερα Carabus banoni και Dendarus foraminosus.

Η πανίδα των ερπετών αποτελείται από δυο είδη σαμιαμιδιών, ένα είδος σαύρας και ένα είδος φιδιού. Η θαλάσσια χελώνα Caretta caretta έχει παρατηρηθεί πολλές φορές στο νησί, χωρίς όμως να έχει αναφερθεί και ωοτοκία. Το κοινό σαμιαμίδι των σπιτιών (Hemidactylus turcicus) υπάρχει μόνο κοντά σε κτίσματα και μάλλον έχει μεταφερθεί από τον άνθρωπο. Το κυρτοδάκτυλο σαμιαμίδι (Cyrtopodion kotschyi rarus), όπως και η αιγαιόσαυρα (Podarcis erhardii werneriana), έχουν σημαντικούς πληθυσμούς και είναι ενδημικά υποείδη της Χρυσής. Το μοναδικό είδος φιδιού του νησιού (Telescopus fallax palidus) υπάρχει κυρίως κοντά στα πηγάδια της δυτικής πλευράς της Χρυσής, και τρέφεται σχεδόν αποκλειστικά με τρωκτικά. 'Εχουν αναφερθεί συνολικά πάνω από 120 είδη πουλιών. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι μεταναστευτικά είδη και είναι περαστικά από το νησί. Στο μακρύ τους ταξίδι η Χρυσή προσφέρει ξεκούραση και λίγη τροφή. Στις περιόδους μετανάστευσης μπορεί να δει κανείς αρκετά είδη από υγροπούλια, όπως ο πορφυροτσικνιάς (Ardea purpurea), ο κρυπτοτσικνιάς (Ardeola ralloides),ο λευκοτσικνιάς (Egretta garzetta), ο σταxτοτσικνιάς (Ardea cinerea), ο ποταμοσφυριχτής (Charadrius dubius), ο καλαμοκανάς (Himantopus himantopus) και άλλα. Τόσο στο κοντινό Μικρονήσι όσο και σε διάφορα σημεία τής Χρυσής, φωλιάζουν εκατοντάδες ζευγάρια ασημόγλαρων. Η παρουσία τους εκεί, αναφέρθηκε για πρώτη φορά το 1415 από τον γνωστό φλωρεντινό περιηγητή C. Buondelmonti. ’λλα είδη που φωλιάζουν είναι ο αρτέμης (Calonedris diomedea), ο μύχος (Puffinus yelkouan), ο μαυροπετρίτης (Falco eleonorae), το Βραχοκιρκίνεζο (Falco tinnunculus , ο μαυροτσιροβάκος (Sylvia melanocephala), η σουσουράδα Ι. (Motacilla alba), το αγριοπερίστερο (Columba livia), το Βραχοχελίδονο (Apus melba) και άλλα. Η νησιωτική πέρδικα (AIedoris chucar) έχει εισαχθεί από τον άνθρωπο πριν πολλά χρόνια. Δυο είδη θηλαστικων υπάρχουν στη Χρυσή, ο σπιτοποντικός (Mus musculus), που υπάρχει και στο Μικρονήσι, και ο αρουραίος (Rattus rattus alexandrinus). Οι λαγοί, που είχαν εισαχθεί στο παρελθόν, έχουν εκλείψει ενώ γίνεται συστηματική προσπαθεια για να απομακρυνθούν και τα κουνέλια. Παλαιότερα, όταν ακόμα δεν απειλείτο τόσο έντονα από τον άνθρωπο, η μεσογειακή φώκια (Monachus monachus) έβγαινε για να λιαστεί στις παραλίες του νησιού. Σήμερα κάνει σπάνια την εμφάνισή της και μόνο το τοπωνύμιο Φωκόσπηλιος στο Βορειοδυτικό άκρο της Χρυσής θα μας θυμίΖει την άλλοτε συχνή παρουσία της. --waldviertler 06:19, 20. Mär. 2009 (CET)[Beantworten]

Zeder (κέδρος) - Wacholder (κέδρο)[Quelltext bearbeiten]

Wurde ja schon oben angesprochen, aber offenbar nicht gutgeheissen? Komisch! Also hier nochmals: Wie kann ein Baum wie die Libanon-Zeder, der kühles Klima bevorzugt und viel Wasser benötigt, somit nur im Gebirge wächst, wie im dortigen im Artikel steht, auf einer fast wasserlosen Insel, die maximal 31 Meter hoch ist, einen Wald bilden? Die Antwort ist einfach: diese Information kann nicht stimmen, Zeitungsberichte und irgendwelche (romantisierenden) touristischen Internetseiten hin oder her. Das Problem wird gelöst, wenn man weiss, dass die neugriechischen Wörter für „Zeder“ (o kedros, ο κέδρος) und „Wacholder“ (to kédro, το κέδρο), fast gleich lauten, im Genitiv (Sg.+Pl.) sogar gleich. Die Übersetztung kann somit eigentlich nur inkorrekt sein. Ein wissenschaftliches Verzeichnis der Pflanzen auf Chrysi zeigt denn auch, dass sehr wohl zwei Wacholderarten (Juniperus) hier wachsen, während Zedern (Cedrus) nicht verzeichnet sind. Hier zum nachprüfen:

  • Bergmeier, Erwin, Kypriotakis, Zacharias, Jahn, Ralf, Böhling, Niels, Dimopoulos, Panayotis, et al.: Flora and phytogeographical significance of the islands Chrisi, Koufonisi and nearby islets (S Aegean, Greece), Willdenowia, 31(2) : 329-356.

Auf Seite 353 wird auch auf das „Juniperus woodland“ („Wacholderwald“) von Chrysi eingegangen, das unter dem z.T. unkontrollierten Tourismus leidet. --al-Qamar (Diskussion) 21:38, 9. Jun. 2022 (CEST)[Beantworten]